Οι 5 παράγοντες που μπορούν να «φρενάρουν» τις μετοχές

Το καλύτερο ξεκίνημα όλων των εποχών είχαν οι ευρωπαϊκές μετοχές τον Ιανουάριο, εν μέσω βελτίωσης του επενδυτικού κλίματος, ξεπερνώντας σε επιδόσεις τις αμερικανικές, με τον πανευρωπαϊκό χρηματιστηριακό δείκτη STOXX 600 να καταγράφει άνοδο 10%.

Η πτώση των τιμών ενέργειας, οι ενδείξεις αποκλιμάκωσης του πληθωρισμού, η υποχώρηση των ανησυχιών για ύφεση και η επαναλειτουργία της κινεζικής οικονομίας έχουν τονώσει το επενδυτικό κλίμα, με τον STOXX 600 να καταγράφει άνοδο 27% από τα χαμηλά του Σεπτεμβρίου. Επίσης, το ρευστό έχει αρχίσει να ρέει στα ευρωπαϊκά μετοχικά αμοιβαία έπειτα από ένα έτος εκροών. Ωστόσο, το μεγάλο ερώτημα είναι εάν το ράλι μπορεί να συνεχιστεί, με τους κορυφαίους επενδυτές, συμπεριλαμβανομένων BlackRock, Amundi, Goldman Sachs και Bank of America, να προειδοποιούν ότι οι αγορές είναι υπερβολικά αισιόδοξες παρά τους κινδύνους που ελλοχεύουν.

Πολλοί παράγοντες θα μπορούσαν να αποσταθεροποιήσουν το ράλι. Η καθοδική αναθεώρηση των εταιρικών κερδών επιταχύνεται, ενώ η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) διατηρεί την επιθετική στάση της, καθώς ο πληθωρισμός, παρότι αποκλιμακώνεται, παραμένει σε υψηλά επίπεδα. «Είναι επικίνδυνο να σκεφθούμε ότι επειδή οι μετοχές σημειώνουν άνοδο, τα πάντα είναι Ο.K. Πιστεύουμε ότι η μέχρι τώρα ανθεκτικότητα θα πάψει να υφίσταται. Η αγορά δεν έχει ακόμη αποτιμήσει το μέγεθος των υποβαθμίσεων των εταιρικών κερδών», αναφέρει ο Κάσπερ Έλμγκριν της Amundi.

Πέντε παράγοντες θα μπορούσαν να αλλάξουν τα δεδομένα:

– Πόλεμος στην Ουκρανία

Ο έλεγχος της προσφοράς φυσικού αερίου από τη Ρωσία στην Ευρώπη συνεχίζει να απειλεί την οικονομική ανάπτυξη. Ενώ οι ηπιότερες καιρικές συνθήκες συνέβαλαν στο να αποτραπεί μία ενεργειακή κρίση τον φετινό χειμώνα, ενδεχομένως να χρειαστούν περισσότερες πολιτικές παρεμβάσεις εάν η Ρωσία σταματήσει ολοσχερώς την προσφορά. Επίσης, ο Ρώσος πρόεδρος Βλαντιμίρ Πούτιν ετοιμάζει νέες επιθέσεις στην Ουκρανία, ενώ ΗΠΑ και Γερμανία στέλνουν τανκς στην Ουκρανία, κινήσεις που σηματοδοτούν ότι ο πόλεμος κλιμακώνεται.

– Eταιρική κερδοφορία

Αναλυτές έχουν αναθεωρήσει καθοδικά τις προβλέψεις για τα κέρδη στα εταιρικά αποτελέσματα τέταρτου τριμήνου του 2022, με ορισμένους μάλιστα να κάνουν λόγο για ακόμη μεγαλύτερες υποβαθμίσεις καθώς επιβραδύνεται η ανάπτυξη. Με τον πληθωρισμό δε να αποκλιμακώνεται, οι επιχειρήσεις δυσκολεύονται ακόμη περισσότερο να αυξήσουν τις τιμές σε μία περίοδο που μειώνεται και ο ρυθμός ζήτησης. Την ίδια στιγμή, συρρικνώνονται τα περιθώρια κέρδους και οι αυξήσεις των επιτοκίων καθιστούν πιο δαπανηρή την εξυπηρέτηση του χρέους. Στρατηγικοί αναλυτές των Goldman Sachs, UBS και Bank of America προβλέπουν ότι τα κέρδη θα υποχωρήσουν μεταξύ 5% και 10%, σηματοδοτώντας περαιτέρω πτώση των μετοχών.

– Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα

Τα τελευταία μηνύματα από την ΕΚΤ υποδηλώνουν ότι θα παραμείνει στον δρόμο των επιτοκιακών αυξήσεων έως ότου υποχωρήσουν περισσότερο οι πληθωριστικές πιέσεις. Η συνέχιση της επιθετικής πολιτικής της ΕΚΤ θα οδηγήσει σε πτώση των μετοχών. «Οι αγορές ήταν υπερβολικά αισιόδοξες ως προς την πορεία της νομισματικής πολιτικής, όμως η ΕΚΤ πάγωσε τις προσδοκίες αυτές. Οι υψηλός πληθωρισμός καθ’ όλη τη διάρκεια του 2023 σημαίνει ότι οι διαμορφωτές πολιτικής θα έχουν ελάχιστα περιθώρια για μειώσεις επιτοκίων, ακόμη και σε περιβάλλον ύφεσης» αναφέρει ο Χοακίμ Κλέμεντ της Liberum Capital.

– Φόβοι ύφεσης

Ορισμένοι οικονομολόγοι εκτιμούν ότι η Ευρωζώνη έχει αποφύγει την ύφεση. «Αναμένουμε μεγάλη επιβράδυνση της οικονομίας ως αποτέλεσμα της επιθετικής σύσφιγξης της νομισματικής πολιτικής, όμως οι αγορές δεν έχουν προεξοφλήσει αυτό το σενάριο», αναφέρει ο Σεμπάστιαν Ρέντλερ της Bank of America. O ίδιος προβλέπει πτώση 20% για τον δείκτη STOXX 600, όταν τα στοιχεία αρχίσουν να παραπέμπουν σε βραδύτερο ρυθμό ανάπτυξης.

– Κίνα

Το θέμα είναι ότι η αισιοδοξία από την επαναλειτουργία της Κίνας έχει πλήρως προεξοφληθεί, οπότε ο μετέπειτα δρόμος δεν θα είναι εύκολος. Εταιρείες πολυτελών ειδών, αυτοκινητοβιομηχανίες και μεταλλευτικοί όμιλοι είναι μεταξύ των κλάδων που θα πληγούν περισσότερο εάν η ανάκαμψη είναι βραδύτερη του αναμενομένου, καθώς εξαρτώνται τα μέγιστα από την Κίνα για ένα σημαντικό μέρος των πωλήσεών τους.